ΕΙΜΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ.
Είμαι η Ελλάδα, μα φοβάμαι να το πω, φοβάμαι να το ομολογήσω, μην τύχει και τ’ακούσουνε οι ειδικοί, οι δικοί μου ειδικοί και μου αλλάξουν τ’όνομα κι αλλιώς με ονομάσουν.
Είμαι η Ελλάδα, ναι, η ίδια εγώ που δαφνοστεφάνωσα τ’αθώα παιδιά μου που πέσανε νεκροί στο χώμα για να με υπερασπίσουνε απ’τον αρχαίο εχθρό, τους Πέρσες!
Είμαι εγώ η Ελλάδα που με κλαδί ελιάς στεφάνια έπλεξα για των νικητών το βραβείο। Για κείνους που πρώτοι βγήκαν στων Ολυμπιακών αγώνων τα παιχνίδια και που στο νου τους φώλιαζε η μεγάλη της πατρίδος ιδέα κι όχι οι πλούσιοιχορηγοί !
Είμαι εγώ η Ελλάδα που δίδαξα στον κόσμο τη δημοκρατία. Που στα χέρια μου μεγάλωσα την αγάπη για τα γράμματα – τους πρώτους επιστήμονες. Που έφερα στον κόσμο τις πρώτες ανακαλύψεις.
Είμαι εγώ η Ελλάδα που άνοιξα την αγκαλιά μου και γέμισα από χριστιανικό φως την ύπαρξή μου. Στη γλώσσα μου γράφτηκαν τα λόγια του Χριστού και πέταξαν με του άγιους ιεράρχες σ’όλης της γης τα μέρη, θεώνοντας τον άνθρωπο με τις ελληνορθόδοξες αρετές.
Είμαι εγώ η Ελλάδα που μεγάλωσα τις γενιές των παιδιών μου με της λευτεριάς τη λαχτάρα , με της ανεξαρτησίας τα ιδανικά, με τη δημοκρατία και τη φιλομάθεια και την αγάπη για τη ζωή βαθιά κρυμμένη μέσ’τα στήθια, όταν ο βάρβαρος κατακτητής με νύχια και δόντια μ’απειλούσε!
Είμαι η Ελλάδα με το μεγάλο βιβλίο της Ιστορίας μου να σηκώνω βαρύ στα δυο μου χέρια.
Κι όμως, φοβάμαι!
Φοβάμαι εγώ που ποτέ τον φόβο δεν τον ένιωσα. Ούτε όταν ο Τούρκος μ’έλιωνε με το σπαθί, με σούβλιζε στη σούβλα και το κεφάλι μού’παιρνε για ν’αλλαξοπιστήσω!
Φοβάμαι εγώ που δεν φοβήθηκα αυτοκρατορίες δυνατές, Ρωμαίους, Πέρσες, Γερμανούς, σταυροφορίες και πολιτισμένη Δύση!
Φοβάμαι τα δικά μου παιδιά που μιλούν για δημοκρατία και αντί γι’αυτό, νόμους ψηφίζουν που παράνομη με βγάζουν χωρίς να με ρωτήσουν.
Φοβάμαι γιατί μου πήραν τη γλώσσα, μου πήραν τη δασεία, την ψιλή και την περισπωμένη κι είπαν πως για το δικό μου το καλό το κάναν! Και τώρα μιλάνε με βαρβαρισμούς, με λέξεις κομμένες, με φράσεις που δεν κατανοώ!
Φοβάμαι γιατί μου απαγόρευσαν τη θρησκεία. Να πιστέψω πια δεν μου το επιτρέπουν. Μου πήραν το ιδανικό, την πίστη στο Θεό και την ορθοδοξία, στο όνομα του πλουραλισμού, του προοδευτισμού, της Νέας Τάξης και της Νέας Εποχής. Ενός κόσμου νέου, όπου εγώ δεν θα’χω θέση! Μόνο οι χοροί μου και οι παραδόσεις μου θα παρουσιάζονται φολκλορικά κάτω απ’τις αρχαίες κολώνες.
Φοβάμαι γιατί μαζί με του Χριστού την πίστη την αγία μου παίρνουν και της πατρίδος την ελευθερία! Μου λεν να μην φοβάμαι τους εχθρούς, πως φίλοι οι εχθροί μου είναι. Και μπερδεύουν τα παιδιά μου. Εγώ έχω τις πληγές στο ματωμένο σώμα, τα βάσανα και το χυμένο αίμα, και μαρτυρίες που δεν μ’αφήνουν να ξεχάσω. Μα τα παιδιά, τα εγγόνια μου, αυτά τι θα πρεσβεύουν;
Είμαι η Ελλάδα και φοβάμαι γιατί τραβάνε απ’τα χέρια μου της Ιστορίας το βιβλίο, το γραμμένο με αίμα πάνω στις χρυσές σελίδες του. Θα το αλλάξουν κι άλλο θα μου δώσουν να κρατώ, ποιος ξέρει μέσα τι θα γράφουν τα γραμμένα! Το δικό μου γράφει αλήθειες. Το καινούριο;
Είμαι η Ελλάδα και λεν πως είμαι ευτυχισμένη. Είμαι η Ελλάδα μα φοβάμαι να το πω, φοβάμαι να τ’ομολογήσω, μη μου αλλάξουνε κι αυτό το όνομά μου, κι όπως τα σύγχρονα κράτη λήγουνε σε –ία (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία κτλ.) με βγάλουνε κι εμένα … Ελλαδία!
Όσοι είστε φίλοι κλάψετε, κι εσείς εχθροί, χαρείτε!
Είμαι η Ελλάδα, μα φοβάμαι να το πω, φοβάμαι να το ομολογήσω, μην τύχει και τ’ακούσουνε οι ειδικοί, οι δικοί μου ειδικοί και μου αλλάξουν τ’όνομα κι αλλιώς με ονομάσουν.
Είμαι η Ελλάδα, ναι, η ίδια εγώ που δαφνοστεφάνωσα τ’αθώα παιδιά μου που πέσανε νεκροί στο χώμα για να με υπερασπίσουνε απ’τον αρχαίο εχθρό, τους Πέρσες!
Είμαι εγώ η Ελλάδα που με κλαδί ελιάς στεφάνια έπλεξα για των νικητών το βραβείο। Για κείνους που πρώτοι βγήκαν στων Ολυμπιακών αγώνων τα παιχνίδια και που στο νου τους φώλιαζε η μεγάλη της πατρίδος ιδέα κι όχι οι πλούσιοιχορηγοί !
Είμαι εγώ η Ελλάδα που δίδαξα στον κόσμο τη δημοκρατία. Που στα χέρια μου μεγάλωσα την αγάπη για τα γράμματα – τους πρώτους επιστήμονες. Που έφερα στον κόσμο τις πρώτες ανακαλύψεις.
Είμαι εγώ η Ελλάδα που άνοιξα την αγκαλιά μου και γέμισα από χριστιανικό φως την ύπαρξή μου. Στη γλώσσα μου γράφτηκαν τα λόγια του Χριστού και πέταξαν με του άγιους ιεράρχες σ’όλης της γης τα μέρη, θεώνοντας τον άνθρωπο με τις ελληνορθόδοξες αρετές.
Είμαι εγώ η Ελλάδα που μεγάλωσα τις γενιές των παιδιών μου με της λευτεριάς τη λαχτάρα , με της ανεξαρτησίας τα ιδανικά, με τη δημοκρατία και τη φιλομάθεια και την αγάπη για τη ζωή βαθιά κρυμμένη μέσ’τα στήθια, όταν ο βάρβαρος κατακτητής με νύχια και δόντια μ’απειλούσε!
Είμαι η Ελλάδα με το μεγάλο βιβλίο της Ιστορίας μου να σηκώνω βαρύ στα δυο μου χέρια.
Κι όμως, φοβάμαι!
Φοβάμαι εγώ που ποτέ τον φόβο δεν τον ένιωσα. Ούτε όταν ο Τούρκος μ’έλιωνε με το σπαθί, με σούβλιζε στη σούβλα και το κεφάλι μού’παιρνε για ν’αλλαξοπιστήσω!
Φοβάμαι εγώ που δεν φοβήθηκα αυτοκρατορίες δυνατές, Ρωμαίους, Πέρσες, Γερμανούς, σταυροφορίες και πολιτισμένη Δύση!
Φοβάμαι τα δικά μου παιδιά που μιλούν για δημοκρατία και αντί γι’αυτό, νόμους ψηφίζουν που παράνομη με βγάζουν χωρίς να με ρωτήσουν.
Φοβάμαι γιατί μου πήραν τη γλώσσα, μου πήραν τη δασεία, την ψιλή και την περισπωμένη κι είπαν πως για το δικό μου το καλό το κάναν! Και τώρα μιλάνε με βαρβαρισμούς, με λέξεις κομμένες, με φράσεις που δεν κατανοώ!
Φοβάμαι γιατί μου απαγόρευσαν τη θρησκεία. Να πιστέψω πια δεν μου το επιτρέπουν. Μου πήραν το ιδανικό, την πίστη στο Θεό και την ορθοδοξία, στο όνομα του πλουραλισμού, του προοδευτισμού, της Νέας Τάξης και της Νέας Εποχής. Ενός κόσμου νέου, όπου εγώ δεν θα’χω θέση! Μόνο οι χοροί μου και οι παραδόσεις μου θα παρουσιάζονται φολκλορικά κάτω απ’τις αρχαίες κολώνες.
Φοβάμαι γιατί μαζί με του Χριστού την πίστη την αγία μου παίρνουν και της πατρίδος την ελευθερία! Μου λεν να μην φοβάμαι τους εχθρούς, πως φίλοι οι εχθροί μου είναι. Και μπερδεύουν τα παιδιά μου. Εγώ έχω τις πληγές στο ματωμένο σώμα, τα βάσανα και το χυμένο αίμα, και μαρτυρίες που δεν μ’αφήνουν να ξεχάσω. Μα τα παιδιά, τα εγγόνια μου, αυτά τι θα πρεσβεύουν;
Είμαι η Ελλάδα και φοβάμαι γιατί τραβάνε απ’τα χέρια μου της Ιστορίας το βιβλίο, το γραμμένο με αίμα πάνω στις χρυσές σελίδες του. Θα το αλλάξουν κι άλλο θα μου δώσουν να κρατώ, ποιος ξέρει μέσα τι θα γράφουν τα γραμμένα! Το δικό μου γράφει αλήθειες. Το καινούριο;
Είμαι η Ελλάδα και λεν πως είμαι ευτυχισμένη. Είμαι η Ελλάδα μα φοβάμαι να το πω, φοβάμαι να τ’ομολογήσω, μη μου αλλάξουνε κι αυτό το όνομά μου, κι όπως τα σύγχρονα κράτη λήγουνε σε –ία (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία κτλ.) με βγάλουνε κι εμένα … Ελλαδία!
Όσοι είστε φίλοι κλάψετε, κι εσείς εχθροί, χαρείτε!
[Από το βιβλίο "Ταξίδια της ζωής", Αθήνα 2004, ]