Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

"...Τήδε κοίμεθα, τοις κοίνων ρήμασιν πειθόμενοι"

Έρχεται πάλι η ώρα να δώσω το παρόν μου στην ιστορία.
Πριν προλάβει το αίμα απ'την ποδιά μου να φύγει, καινούριο θα βάψει.
Το βλέπω, το νιώθω πως έτσι θα γίνει.
Αλλίμονο! Οι εχθροί παντού.
Δεξιά κι αριστερά, από βοριά κι από νοτιά φίδια με ζώνουν.
Κι εγώ τι κάνω; Στρέφω με πόνο τα μάτια μου και ψάχνω.
Ψάχνω για λύση.
Να λιποταχτήσω δεν μπορώ। Βαριά στέκεται εμπρός μου η Ιστορία.
"Αγώνας". Μια φωνή χιλιάδων χρόνων μου μιλά,
κι είναι φωνή βαριά, φωνή πελώρια.
Σκλαβιά και πάλι δεν θ'ανεχτώ, λευτεριά μη φεύγεις, μείνε εδώ.
Κι όμως, οι εχθροί πολλοί, βαριά στα στήθη η απειλή.
Κι αλλού στον κόσμο σύντροφος κανείς...
Αδερφός, βοηθός, Σαμαρείτης καλός...
Μόνη λοιπόν, μόνη πάντα.
ΤΑ τείχη μου θωρώ κι ανατριχιάζω.
Μισογκρεμισμένα, σκορπισμένα, φαγωμένα από τον καιρό.
Ο χρόνος φεύγει. Φεύγει το φως κι απλώνει η νύχτα.
Κι εγώ περιμένω। περιμένω πάντα να φανεί εκεί, πάνω στα τείχη
κάποιος Λεωνίδας,
κάποιος Κωνσταντίνος,
κάποιος Θεόδωρος.
Και περιμένω ακόμα να φανεί κάπου εκεί, μέσα στα τείχη,
κάποια Αντιγόνη,
κάποια Εμμέλεια,
κάποια Θεοδώρα,
λίγο ΦΩΣ!
Κι όμως, καννείς, καμμιά.
Κι εγώ, πού να στραφώ;
Θεέ,
ταπεινωμένη, εγκαταλειμμένη, διχασμένη, ντοπιασμένη,
μα προπάντων φοβισμένη
στο ζητώ.
Εσύ, Κύριε, μη μ'εγκαταλείψεις!
Γι'άλλη μια φορά, τη στερνή τούτη, βοήθησέ με.
Εγώ, η χώρα των αγίων, των μαρτύρων, των ηρώων στο ζητώ।
Είμαι η Ελλάδα, μη ν'αφήσεις να χαθώ!

Από τη συλλογή "Πανόραμα", Αθήνα 1992